Το Σάββατο 29 Μαρτίου 2025 η Συμφωνική Ορχήστρα του Δήμου Αθηναίων θα ερμηνεύσει έργα των διεθνούς φήμης Αρμενίων συνθετών, Αράμ Χατσαντουριάν, Αρνό Μπαμπατζανιάν, Λορίς Τσικναβουριάν, Αρμέν Τιγκρανιάν, Ντικράν Τσουχατζιάν. Άλλη μία ελληνοαρμενική καλλιτεχνική σύμπραξη παίρνει σάρκα και οστά.
Η ιδέα γεννήθηκε μέσα από μια εγκάρδια συνάντηση που είχαν η Πρόεδρος του Αρμενικού Πολιτιστικού και Εκπαιδευτικού Σωματείου «Χαμαζκαΐν», ο μουσικός και συνθέτης Στέφανος Δεκεριάν και ο καλλιτεχνικός διευθυντής του Ολύμπια Δημοτικού Θεάτρου «Μαρία Κάλλας» κος Τάσος Χριστογιαννόπουλος. Σολίστ της μουσικής βραδιάς, ο βιολονίστας Γιάννης Γεωργιάδης και η σοπράνο Σιρανούς Τσαλικιάν.
O συνεργάτης της εφημερίδας και μέλος του Δ.Σ. του «Χαμαζκαΐν», Ζακ Νταματιάν, συνομίλησε με τους δύο αξιόλογους καλλιτέχνες για την συγκεκριμένη εκδήλωση για την καλλιτεχνική του πορεία και για τα μελλοντικά σχέδιά τους.

***

Γιάννης Γεωργιάδης
Ποιά ήταν η πρώτη σας επαφή με την μουσική;
Έχω γεννηθεί και μεγαλώσει σε μουσική οικογένεια. Η μητέρα μου είχε σπουδάσει βιολί στην Μουσική Ακαδημία της Βιέννης και θυμάμαι να παίζει κάποια κομμάτια από την ηλικία των 3-4 ετών.
Ήρθε φυσιολογικά να εξοικειωθώ με τον ήχο αυτού του οργάνου και να αρχίσω και εγώ να μελετάω υπό την καθοδήγησή της. Συστηματικά και σε Ωδείο όμως ακολουθώντας ένα πλήρες πρόγραμμα σπουδών, πήγα από τα εννιά μου χρόνια. Η επιλογή του καθηγητή δεν έγινε επίσης τυχαία. Ο Τατσης Αποστολίδης υπήρξε σημαντικότατος σολίστ βιολιού για αρκετές δεκαετίες, ήταν το πρότυπο μου και αυτός που μου εμφύσησε υψηλά στάνταρντς στον χώρο της τέχνης. Η ανάγκη να εξελιχθώ και να ανοίξω τους ορίζοντές μου, με οδήγησαν στη πόλη της μουσικής, τη Βιέννη, αφού σπουδάζοντας στο Πανεπιστήμιο της Μουσικής εκεί,  επεδίωξα να διακριθώ σε διεθνές επίπεδο, αλλά και να δώσω συναυλίες σε περισσότερες χώρες.

Ποια είναι η σχέση σας με την αρμενική κοινότητα λόγω της αρμενικής καταγωγής σας;
Έχω συγγενείς πρώτου βαθμού που είναι ενεργά μέλη της Αρμενικής Κοινότητας, παρακολουθώ και τις εκδηλώσεις της ιδιαίτερα την ημέρα της Αρμενικής Γενοκτονίας.

Ποια είναι η σχέση σας με την αρμενική μουσική και τέχνη ευρύτερα;
Η Αρμενική μουσική θεωρώ ότι με εκφράζει σε μεγάλο βαθμό, μιλάει κατευθείαν στην καρδιά και την ψυχή ανθρώπων με ευρύτερη μόρφωση και αισθητική. Επειδή η ιστορία του λαού των Αρμενίων περιγράφεται γλαφυρά μέσα από συνθέσεις των Ντικρανιάν, Κομιντάς, Οβαννές, Παπατζανιάν. Η επική μουσική του μέγιστου Χατσαντουριάν, για το μπαλέτο Σπάρτακος αποτελεί ένα από τα πλέον εμβληματικά και αναγνωρίσιμα έργα Συμφωνικής Μουσικής ανά τον κόσμο.

Ποια ελατήρια σας ώθησαν να εκτελέσετε έργα του Αράμ Χατσαντουριάν;
Η μητέρα μου ήταν αμιγώς Αρμένια. Είχε τις ρίζες και μου μετέδωσε την ανάλογη κουλτούρα. Το κοντσέρτο για βιολί του Αράμ Χατσατουριάν το έβαλα στο βιολιστικό ρεπερτόριο μου από νεαρή ηλικία, διαισθανόμενος τους δεσμούς αίματος με το Αρμενικό Έθνος και λαό. Είναι το κοντσέρτο που επέλεξα να ηχογραφήσω με την Συμφωνική Ορχήστρα της Πράγας, ήδη από τέλη δεκαετίας του 1990 και υπάρχει στο διαδίκτυο σε δική μου ερμηνεία. Ένα έργο που αγαπώ ιδιαίτερα και νομίζω αποτελεί κορυφαίο δείγμα συνθετικής έμπνευσης για το ρεπερτόριο του βιολιού σε υψηλότερο επίπεδο.

Γνωρίζετε άλλους αρμένιους μουσικούς;
Έχω έρθει σε επαφή και συνεργαστεί με κορυφαίους Αρμένιους μουσικούς και σολίστ με πιο πρόσφατη την σύμπραξή μου με τον κορυφαίο Αρμένιο τσελίστα της εποχής μας Narek Hakhnazaryan πριν από δύο χρόνια στην Θεσσαλονίκη, σε εκδήλωση μνήμης για την Αρμενική Γενοκτονία που διοργάνωσε το Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης. Ο ίδιος τσελίστας εμφανίζεται στις 21 Μαρτίου 2025 ως σολίστ με την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών. Γνωρίζω τον εξαίρετο μαέστρο Αmayak Durgaryan, την διαπρεπή νέα σολίστ βιολιού Ντιάνα Αταμιάν και την Ανους Νικογοσιάν, που είχε ερμηνεύσει το κοντσέρτο του Χατσατουριάν στην παρουσία της Εθνικής Φιλαρμονικής της Αρμενίας προ δύο ετών στην Αθήνα, και βεβαίως τους Ελληνοαρμένιους φλαουτίστα Νβαρτ Βερόν Γαλιλαία και τον σολίστ βιολιού Χρίστο Γαλιλαία, Διευθυντή του Μεγάρου Μουσικής Θεσσαλονίκης.

Πως θα αντιμετωπίζατε την ιδέα να επισκεφθείτε ή και να δώσετε συναυλίες στην Αρμενία;
Έχω βεβαίως επισκεφθεί την Αρμενία για επαγγελματικούς λόγους, όταν κλήθηκα ως μέλος επιτροπής στον σημαντικότατο διεθνή μουσικό διαγωνισμό «Renaissance International Competition» στο Γκιουμρί της Αρμενίας , δίνοντας μάλιστα και συναυλία υπό την διεύθυνση του σπουδαίου μαέστρου Σερκέι Σιμπατιάν. To μουσικό επίπεδο του διαγωνισμού που περιλαμβάνει πολλές κατηγορίες από παιδιά 7 ετών έως και 22-26 ετών ήταν το υψηλότερο δυνατό. Εντυπωσιακό το κλίμα, αλλά και ο σεβασμός που τρέφει για την Τέχνη της μουσικής αυτός ο λαός. Μέσα από αντίξοες συνθήκες τα νέα παιδιά αφοσιώνονται στην μουσική και αναμφίβολα διαπρέπουν σε διεθνή κλίμακα με το ταλέντο τους, αλλά και τις δομές που υπάρχουν στην χώρα ώστε να προωθήσουν και επιβραβεύσουν τους μουσικούς από μικρή ηλικία.  Είναι στόχος και επιλογή μου να διατηρώ δεσμούς με αυτή την χώρα και καλλιτέχνες υψηλού επιπέδου που την εκπροσωπούν διεθνώς. Εύχομαι συχνότερα να υπάρξει ευκαιρία μετάκλησης σπουδαίων Αρμενίων μουσικών μέσα από επίσημους φορείς σε συνεργασία με τα κορυφαία Πολιτιστικά Ιδρύματα στην χώρα μας.

***

Σιρανούς Τσαλικιάν
Πότε καταλάβατε για πρώτη φορά την ιδιαίτερη σχέση σας με το τραγούδι;

Η σχέση μου με το τραγούδι ξεκίνησε πολύ νωρίς, χωρίς καν να έχω ωδειακή μόρφωση. Είχα βραβευτεί πολύ μικρή σε διαγωνισμό παιδικού τραγουδιού κι επίσης μου ανέθεταν να τραγουδήσω μόνη στις γιορτές του Αρμενικού Σχολείου. Οι στιγμές που βρισκόμουν μπροστά στο κοινό, παρότι με γέμιζαν με αγωνία τα πρώτα λεπτά, ήταν μια πολύ ιδιαίτερη διαδικασία, τόσο σημαντική σαν προσευχή. Ωστόσο, μέχρι να αρχίσω τις σπουδές μου στο τραγούδι, κάτι που έγινε πολύ αργότερα, δεν είχα αποφασίσει να ασχοληθώ επαγγελματικά με αυτό. Μετά τις πρώτες μαθητικές συναυλίες στο ωδείο και την πρώτη ακρόαση στην Εθνική Λυρική Σκηνή, ήμουν σίγουρη πως ήθελα να ασχοληθώ μόνο με το κλασικό τραγούδι.

Τι ήταν αυτό, που σας οδήγησε να ασχοληθείτε με την όπερα;
Όταν ξεκίνησα τις ωδειακές μου σπουδές, η γνωριμία με την όπερα ήταν σαν «έρωτας με την πρώτη ματιά». Η πρώτη παράσταση που παρακολούθησα, τα έργα που άκουγα στους δίσκους βινυλίου, οι συναυλίες, η διάδραση με άλλους τραγουδιστές επί σκηνής, η δύναμη του λόγου, η ποικιλία των μορφών τέχνης (θέατρο, μουσική, χορός) που συνθέτουν την όπερα – όλα ήταν συναρπαστικά για εμένα. Η γοητεία, η συγκίνηση και η χαρά που ένιωσα γνωρίζοντας αυτό το είδος, με μάγεψαν!

Πώς βλέπετε την αρμενική μουσική παράδοση, λαϊκή και κλασική;
Όλα τα είδη της αρμενικής μουσικής είναι ενδιαφέροντα και το καθένα έχει τη χάρη του, αρκεί να ερμηνεύονται άρτια. Έχω μεγαλώσει ακούγοντας παραδοσιακά τραγούδια από τη μητέρα μου, ψάλλοντας εγώ η ίδια από 14 ετών εκκλησιαστικούς ύμνους και φυσικά ακούγοντας και ερμηνεύοντας κλασική μουσική σε πολλές εκδηλώσεις με πιάνο ή με ορχήστρα. Κάθε όψη της αρμενικής μουσικής έχει τη γοητεία της και ξυπνά διαφορετικά συναισθήματα. Η ποικιλία των ηχοχρωμάτων, των φωνών, των οργάνων σε κάθε είδος «συγκινεί» με την ευρύτερη έννοια και αποτυπώνει τα συναισθήματα των Αρμενίων ανά τον κόσμο. Βεβαίως, ξεχωριστή θέση στην καρδιά μου έχει η εκκλησιαστική και η λόγια μουσική ταυτόχρονα. Με αγγίζουν όμως βαθιά στην ψυχή και όργανα της λαϊκής παράδοσης, όπως το düdük με το θλιμμένο, γεμάτο νοσταλγία ηχόχρωμά του.

Τι θαυμάζετε περισσότερο στη λόγια αρμενική μουσική;
Φυσικά θαυμάζω τον Κομιτάς! Η λεπτότητα, η ευαισθησία της γραφής του, τα υπέροχα χρώματα, η εσωστρέφεια του μοναδικού και βαθύτατα προσωπικού στυλ του, που όμως εκφράζει ένα ολόκληρο έθνος! Οφείλουμε τόσα πολλά σε εκείνον και το αλάνθαστο εθνομουσικολογικό ένστικτό του. Πρόλαβε να καταγράψει τόσες παραδοσιακές μελωδίες σε διαφορετικές μορφές και να τις επεξεργαστεί αρμονικά, να συνθέσει ο ίδιος έργα και να εμπνεύσει άλλους με τη μουσική του. Ήθελε να προλάβει να διασώσει την παράδοση, να της δώσει νέα μορφή και να διατηρήσει αυτόν τον θησαυρό στην αιωνιότητα. Βεβαίως, δεν μπορώ να μην θαυμάσω επίσης την αστείρευτη ρυθμική ενέργεια και την εξωστρέφεια πολλών έργων του Χατσαντουριάν. Υποκλίνομαι όμως διαρκώς στην κληρονομιά του Κομιντάς, που ενέπνευσε την Εθνική Σχολή. Κι αυτό συμβαίνει κάθε φορά που ψάλλω τη Λειτουργία ή τραγουδώ τα φωνητικά έργα του.

Ποια στοιχεία συνδέουν την αρμενική και την ελληνική όπερα;
Οι αρμενικές όπερες συνήθως έχουν εθνικό και πατριωτικό χαρακτήρα μέσω της θεματολογίας τους, που είτε επικεντρώνεται σε σημαντικές ιστορικές προσωπικότητες (π.χ. «Αρσάκ II» του Ντικράν Τσουχατζιάν) είτε αντλεί από την λαϊκή παράδοση (π.χ. «Aνούς» του Αρμέν Ντικρανιάν. Εκτός από την παραπομπή σε παραδοσιακές ή δημοτικοφανείς μελωδίες και ρυθμούς, συχνά διακρίνονται επιρροές από την ιταλική όπερα, κάτι απολύτως φυσικό για την εποχή (β΄ μισό 19 ου αιώνα και αρχές 20 ου). Ο Τσουχατζιάν, μάλιστα, είχε σπουδάσει στο Μιλάνο και αναφέρεται ως «ο Βέρντι της Αρμενίας».
Αντίστοιχα κινήθηκαν οι περισσότεροι Έλληνες συνθέτες όπερας. Οι Επτανήσιοι Παύλος Καρρέρ και Σπυρίδων Σαμάρας άφησαν αρκετά έργα είτε εμπνευσμένα από την Ελληνική Επανάσταση (Μάρκος Μπότσαρης του Καρρέρ) είτε τοποθετημένα σε ένα χαλαρό ιστορικό πλαίσιο (Ρέα του Σαμάρα). Έχοντας σημαντική διεθνή πορεία και αναγνώριση, ο Σαμάρας έλαβε τα εύσημα για τις όπερές του από τον Puccini και τον Mascagni. Υπάρχει βεβαίως ο Μανώλης Καλομοίρης, ο οποίος επένδυσε στο γερμανικό πρότυπο του μουσικού δράματος και οι όπερές του συνδυάζουν επιρροές από το βυζαντινό μέλος, μελωδίες και ρυθμούς από την ελληνική παράδοση, και εντάσσουν αυτά τα στοιχεία στο δυτικότροπο πλαίσιο της όπερας. Διακρίνουμε επομένως την κοινή ανάγκη δύο λαών για ενίσχυση της ταυτότητάς τους μέσω της επίκλησης εθνικών στοιχείων και χρήσης ή μίμησης παραδοσιακών ρυθμών και μελωδιών στο πλαίσιο δυτικών επιδράσεων.

Πώς θα σας φαινόταν μία συναυλιακή παρουσία σας στην Όπερα του Γερεβάν;
Αυτό θα ήταν πολύ τιμητικό και απίστευτα συγκινητικό! Ο ιερός νόστος που καλλιεργείται στους Αρμενίους της Διασποράς είναι μία τεράστια κινητήρια δύναμη για διαρκή αναζήτηση των μέσων που μας κρατούν σε επαφή με την πολιτιστική μας κληρονομιά. Αν και εφόσον αξιωθούμε να παρουσιάσουμε την τέχνη μας στην Αρμενία, νομίζω πως αυτό είναι ό,τι πιο όμορφο και ουσιαστικό θα μπορούσε να νιώσει ένας καλλιτέχνης της Διασποράς.

Τι συναισθήματα νιώθετε για την συγκεκριμένη συναυλία;
Το Θέατρο «Ολύμπια» αποτελεί ιστορικό χώρο για κάθε λυρικό τραγουδιστή. Εδώ έκανα το ντεμπούτο μου στην Εθνική Λυρική Σκηνή το 1997 και ακολούθησαν πολλές συμμετοχές σε παραγωγές στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Θεωρώ εξαιρετική συγκυρία και είναι για εμένα προσωπικά πολύ σπουδαίο που συμμετέχω στο αφιέρωμα για την Αρμενία στο ιστορικό «Ολύμπια» – και μάλιστα με αποσπάσματα Αρμενικής Όπερας.
Ευχαριστώ από καρδιάς τον καλλιτεχνικό διευθυντή και εκλεκτό συνάδελφο Τάση Χριστογιαννόπουλο για την θερμή αποδοχή αυτού του εγχειρήματος, κατόπιν πρότασης του Πολιτιστικού Συλλόγου «Χαμασκαΐν» Αθηνών, και φυσικά τον Δήμο Αθηναίων!