Հ.Յ.Դ. ՀԱՅ ԴԱՏԻ ՅԱՆՁՆԱԽՈՒՄԲԻ ԿԱԶՄԱԿԵՐՊՈՒԹԵԱՄԲ
Փոքր Ա­սիոյ ա­ղէ­տին նո­ւի­րո­ւած գիր­քի ներ­կա­յա­ցում

­Փոքր Ա­սիոյ եւ Զ­միւռ­նիոյ ա­ղէ­տի 100-ա­մեա­կին ա­ռի­թով կազ­մա­կեր­պո­ւած ե­լոյթ­նե­րու շար­քին, ու­շագրաւ տեղ կը պա­հէ Հ.Յ.Դ. ­Յու­նաս­տա­նի ­Հայ դա­տի յանձ­նա­խում­բին կող­մէ կազ­մա­կեր­պո­ւած գիր­քի ներ­կա­յա­ցու­մը, որ տե­ղի ու­նե­ցաւ Եր­կու­շաբ­թի, 16 ­Յու­նո­ւար 2023-ի ե­րե­կո­յեան, ­Գո­քի­նիոյ «­Զա­ւա­րեան» կեդ­րո­նին մէջ։
­Հայ դա­տի յանձ­նա­խում­բի հրա­տա­րա­կու­թեամբ, յոյն ե­րի­տա­սարդ լրագ­րող Ա­լեք­սանտ­րոս ­Փի­ղա­տա­սի երկ­րորդ գիրքն էր, որ ներ­կա­յա­ցո­ւե­ցաւ հան­րու­թեան, նիւթ ու­նե­նա­լով՝ «­Փոքր Ա­սիոյ ա­ղէ­տէն 100 տա­րի ետք. պատ­մա­կան երթ, գաղ­թա­կա­նու­թիւն եւ յի­շո­ղու­թիւն»։
­Ներ­կա­յա­ցու­մը կա­տա­րե­ցին ­Յու­նաս­տա­նի ար­տա­քին գոր­ծոց նախ­կին նա­խա­րար, ­Սահ­մա­նադ­րա­կան օ­րէն­քի հա­մալ­սա­րա­նա­կան դա­սա­խօս Եոր­ղոս ­Քաթ­րու­կա­լոս եւ «­Փոն­տի­քի» շա­բա­թա­թեր­թի տնօ­րէն, լրագ­րող Ան­տո­նիս ­Տե­լա­թո­լաս։
Ե­լոյ­թին ներ­կայ ե­ղան յու­նա­կան քա­ղա­քա­կան աշ­խար­հի անձ­նա­ւո­րու­թիւն­ներ, ո­րոնց կար­գին ե­րես­փո­խան եւ հայ-յու­նա­կան խորհր­դա­րա­նա­կան խում­բի նա­խա­գահ ­Տի­միթ­րիս ­Մար­քո­փու­լոս, ե­րես­փո­խան­ներ Եա­նիս ­Ռա­կու­սիս, ­Թո­նիա Ան­տո­նիու, Ֆոթինի Պաքատիմա, Թ­րի­ֆոն Ա­լեք­սիա­տիս, ե­րես­փո­խան ­Նի­նա ­Քա­սի­մա­թիի ներ­կա­յա­ցու­ցի­չը, ե­րես­փո­խա­նա­կան թեկ­նա­ծու ­Տի­միթ­րիս ­Տիա­ման­թի­տիս, ­Նի­քէա­յի ­Պոն­տա­կան միու­թեան նա­խա­գահ ­Թո­տո­րիս ­Մաք­րի­տիս, Զ­միւռ­նա­ցի­նե­րու միու­թեան փոխ­նա­խա­գահ Ս­թաւ­րոս ­Մե­լի­տո­նիս։
­Հայ­կա­կան կող­մէն ներ­կայ ե­ղան Ազ­գա­յին վար­չու­թեան ա­տե­նա­պետ ­Թագ­ւոր ­Յո­վա­կի­մեան, Հ.Յ.Դ. ­Յու­նաս­տա­նի ­Կեդր. կո­մի­տէի ներ­կա­յա­ցու­ցիչ ընկ. Հ­ռիփ­սի­մէ ­Յա­րու­թիւ­նեան, Հ.Կ.­Խա­չի, Հ.Մ.Ը.Մ.-ի եւ ­Հա­մազ­գա­յի­նի Շրջ. վար­չու­թեան ան­դամ­ներ, բազ­մա­թիւ ըն­կեր­ներ, ինչ­պէս նաեւ հայ ու յոյն հա­սա­րա­կու­թիւն։
Ե­լոյ­թի բա­ցու­մը կա­տա­րեց ընկ. ­Վազ­գէն ­Սա­վու­լեան, ո­րուն խօս­քը կը հրա­տա­րա­կենք ա­ռան­ձին։
­Բաց­ման խօս­քէն ետք, ցու­ցադրուե­ցաւ կարճ տե­սա­նիւթ մը պատ­րաս­տո­ւած Ա­լիս ­Ֆու­րու­նճեա­նին կող­մէ, որ կ՚­անդ­րա­դառ­նար Զ­միւռ­նիոյ ա­ղէ­տին եւ կը ներ­կա­յաց­նէր գաղ­թա­կա­նու­թեան վի­ճա­կը ­Յու­նաս­տա­նի մէջ։ Ն­կար­նե­րու ճոխ շա­րո­ւած­քով եւ Ա. ­Ֆու­րուն­ճեա­նի կող­մէ ներ­կա­յա­ցո­ւած պատ­մա­կա­նով, տե­սա­նիւ­թը հա­րա­զա­տօ­րէն տո­ւաւ այդ օ­րե­րու ող­բեր­գա­կան պատ­կե­րը։
­Յա­ջոր­դա­բար, բեմ հրա­ւի­րո­ւե­ցաւ նախ­կին նա­խա­րար Ե. ­Քաթ­րու­կա­լոս, որ դրո­ւա­տան­քով խօ­սե­ցաւ գիր­քի պա­րու­նա­կու­թեան մա­սին։ Ան գնա­հա­տեց հե­ղի­նա­կին աշ­խա­տան­քը, որ խո­րա­նա­լով իր ընտ­րած նիւ­թին մէջ, ամ­բող­ջա­կան գոր­ծի մը պատ­կե­րը կը ներ­կա­յաց­նէ։ ­Կա­րե­ւոր նկա­տեց գիր­քի հրա­տա­րա­կու­թիւ­նը, որ­պէս մաս­նա­գի­տա­կան ու­սում­նա­սի­րու­թեան գոր­ծիք։
­Խօ­սո­ղը շեշ­տեց, թէ պէտք է պա­հել պատ­մա­կան յի­շո­ղու­թիւ­նը ա­մէն գնով։ ­Նաեւ, ան խօ­սե­ցաւ ­Փոքր Ա­սիոյ ա­ղէ­տի դրդա­պատ­ճառ­նե­րուն մա­սին, ո­րոնք յան­գե­ցան մեծ ող­բեր­գու­թեան։ Ան ու­րո­ւագ­ծեց 20-րդ ­դա­րու ա­ռա­ջին տա­րի­նե­րուն՝ Ե­րի­տա­սարդ թուր­քե­րէն սկսած մին­չեւ ­Մուս­թա­ֆա ­Քե­մալ հաս­նող թրքա­կան ազ­գայ­նու­թեան շար­ժու­մի ուռ­ճա­ցու­մը, որ պատ­ճառ դար­ձաւ ­Հա­յոց եւ ­Պոն­տա­կան ցե­ղաս­պա­նու­թիւն­նե­րուն, ա­պա քե­մա­լա­կան ա­հա­ւոր շար­ժու­մի ե­րեւ­ման։
­Խօ­սո­ղը նաեւ ընդգ­ծեց կարգ մը ման­րա­մաս­նու­թիւն­ներ հրա­տա­րա­կո­ւած գիր­քէն, ո­րոնք լոյս կը սփռեն գաղ­թա­կա­նա­կան աշ­խար­հին վրայ, ա­ւե­լի բա­ցա­յայտ դարձ­նե­լով այդ օ­րե­րու ող­բեր­գու­թիւ­նը եւ ապ­րո­ւած օ­րե­րը։
­Յա­ջորդ խօ­սո­ղը ե­ղաւ լրագ­րող եւ հրա­տա­րա­կիչ Ա. ­Տե­լա­թո­լաս, որ նա­խա­պէս գո­հու­նա­կու­թիւն յայտ­նեց իր հրա­տա­րա­կած թեր­թի աշ­խա­տա­կից Ա­լեք­սանտ­րոս ­Փի­ղա­տա­սի գիր­քին հա­մար։ ­Խօ­սե­լով գիր­քի ներ­կա­յա­ցու­ցած նիւ­թին մա­սին, շեշ­տեց, թէ 1922-ին կա­տա­րո­ւե­ցաւ Ա­րե­ւել­քի քրիս­տո­նեայ ժո­ղո­վուրդ­նե­րու ա­մե­նա­մեծ ող­բեր­գու­թիւ­նը։ ­Գաղ­թա­կան­նե­րու ժա­մա­նու­մը ­Յու­նաս­տան հե­զա­սահ չե­ղաւ, ըստ խօ­սո­ղին։ ­
Թէեւ, ա­պաս­տան գտած մեծ զան­գո­ւած­նե­րը ի­րենց հետ բե­րին նշա­նա­կա­լից քա­ղա­քակր­թու­թեան մը ժա­ռան­գը, ի­րենց մտա­յին պա­շա­րը, ձեռն­հա­սու­թիւնն ու ստեղ­ծա­գոր­ծա­կան կա­րո­ղու­թիւն­նե­րը, այ­սու­հան­դերձ ա­ւե­լի քան 15 տա­րի­ներ ան­ցան, մին­չեւ որ յու­նա­կան պե­տու­թիւ­նը կա­րո­ղա­նայ գաղ­թա­կան­նե­րու հսկայ բազ­մու­թիւն­նե­րը տե­ղա­ւո­րել բնա­կա­րան­նե­րու մէջ եւ ստեղ­ծել կեան­քի բա­րեն­պաստ պայ­ման­ներ։
­Խօ­սե­լով ­Թուր­քիոյ ռազ­մա­տենչ քա­ղա­քա­կա­նու­թեան մա­սին, ան յայտ­նեց, թէ պի­տի սպա­սո­ւէր, որ թրքա­կան ա­ռա­ւե­լա­պաշ­տու­թիւ­նը կանգ ա­ռած ըլ­լար 1922-ին, սա­կայն այ­սօր եւս դրա­ցի եր­կի­րը կը շա­րու­նա­կէ իր յար­ձա­կո­ղա­պաշտ քա­ղա­քա­կա­նու­թիւ­նը տա­րա­ծաշր­ջա­նէն ներս։
Իր խօս­քի ա­ւար­տին, Ա. ­Տե­լա­թո­լաս կա­րե­ւո­րու­թեամբ շեշ­տեց ե­րի­տա­սարդ լրագ­րող ­Փի­ղա­տա­սի աշ­խա­տան­քը, ո­րու պատ­մա­կան վեր­լու­ծու­թիւ­նը կը հա­տէ լրագ­րո­ղա­կան սահ­ման­նե­րը եւ կը տե­ղա­ւո­րո­ւի գի­տա­կան շրջա­գի­ծէն ներս։ Ան իր ու­րա­խու­թիւ­նը յայտ­նեց, որ գիր­քը իր ար­ժէ­քը կը պա­հէ երբ մա­մու­լը ընդ­հան­րա­պէս նա­հան­ջի մէջ է։
­Վեր­ջին խօ­սո­ղը ե­ղաւ գիր­քի հե­ղի­նակ Ա­լեք­սանտ­րոս ­Փի­ղա­տաս, որ անդ­րա­դար­ձաւ իր պատ­րաս­տած գոր­ծին մա­սին։ Ե­րի­տա­սարդ լրագ­րո­ղին խօս­քը կը հրա­տա­րա­կենք ա­ռան­ձին։
­Յա­ջոր­դեց հե­տաքրք­րա­կան հար­ցում­նե­րու շարք մը, ո­րոնք պա­տաս­խա­նո­ւե­ցան գիր­քը ներ­կա­յացնող­նե­րուն կող­մէ։ Ա­ւար­տին տե­ղի ու­նե­ցաւ հիւ­րա­սի­րու­թիւն եւ մտեր­միկ զրոյց հե­ղի­նա­կին հետ, որ մա­կագրեց իր գիր­քի նմուշ­նե­րը։

Ընկ. Վազգէն Սավուլեանի բացման խօսքը

Η συνεργασία της Αρμενικής Εθνικής Επιτροπής Ελλάδας με τον δημοσιογράφο και ερευνητή κ. Αλέξανδρο Πηγαδά, ξεκίνησε πριν από έναν περίπου χρόνο, με την ευκαιρία της έκδοσης του πρώτου του βιβλίου γύρω από τη Γενοκτονία των Αρμενίων, από τις εκδόσεις Μπατσιούλα. Η πρώτη αυτή επαφή έφερε γρήγορα μια βαθύτερη συνεργασία, στα πλαίσια των πρωτοβουλιών γύρω από τα 100 χρόνια της Μικρασιατικής Καταστροφής και τις συνέπειες της ιστορικής αυτής χρονικής περιόδου, για τον Αρμενικό και Ελληνικό λαό. Το βιβλίο «Ιστορική διαδρομή, προσφυγιά και μνήμη» που παρουσιάζουμε σήμερα, εξετάζει τη Μικρασιατική Καταστροφή και τους διωγμούς, που εκτυλίχθηκαν στον ευρύτερο οθωμανοκρατούμενο χώρο, έναντι των μειονοτήτων και εθνοτήτων, που διαβιούσαν σε εκείνα τα εδάφη. Αποτέλεσμα των σφαγών ήταν ένα μαζικό κύμα προσφύγων Ελλήνων και Αρμενίων, που εγκαταστάθηκαν στην Ελλάδα.
Στα τρία ξεχωριστά κεφάλαια του βιβλίου συναντάμε την ανάλυση των συνθηκών της ιστορικής-κοινωνικής-οικονομικής κάταστασης πριν τη Μικρασιατική καταστροφή, όπου παρουσιάζεται και ο ρόλος του Διεθνούς παράγοντα, τις τρεις φάσεις του πολέμου της Μικρασιατικής εκστρατείας, την πυρκαγιά της Σμύρνης, την σύναψη και σημασία των Συνθηκών Σεβρών και Λωζάνης, ενώ στο τρίτο εκτενέστερο κεφάλαιο παρουσιάζονται οι συνθήκες εγκατάστασης και διαβίωσης των προσφύγων στην Ελλάδα, η αποκατάσταση αυτών και των απογόνων τους και η δημιουργία και δράση των αρμενικών κοινοτήτων στην Ελλάδα.
Την εισαγωγή της παρούσας έκδοσης ανέλαβε με μεγάλη χαρά και ετοιμότητα ο καθηγητής κ. Χριστόδουλος Γιαλλουρίδης, του οποίου τον χαμό θρηνούμε όλοι. Ο καθηγητής υπήρξε πιστός φίλος του Αρμενικού λαού, από τα πρώτα και πολύ δύσκολα χρόνια των διαχρονικών διεκδικήσεων μας. Αγωνίστηκε για τη διεθνή αναγνώριση της Γενοκτονίας των Αρμενίων από την Τουρκία, ενώ υποστήριξε σταθερά και μαχητικά το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης του λαού του Αρτσάχ (Ναγκόρνο Καραμπάχ). Ήταν πάντοτε κοντά μας, πρωτοπόρος στις εκδηλώσεις μας, είτε στις εκδηλώσεις μνήμης της Γενοκτονίας, σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη, και άλλες πόλεις, σε εκδηλώσεις στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, σε συζητήσεις για τα δικαιώματα των Αρμενίων του Αρτσάχ, δημοσιεύοντας άρθρα σε εφημερίδες και περιοδικά σε Ελλάδα και Κύπρο, μοχθώντας ασταμάτητα ώστε να διευρύνει τον κύκλο των υποστηρικτών στα δίκαια του Αρμενικού λαού.
Είναι μεγάλη τιμή για εμάς η συμβολή και συμμετοχή του στην παρούσα έκδοση. Όπως λέει ο ίδιος στο εισαγωγικό του σημείωμα «Η Τουρκία, πέραν της πρώτης γενοκτονίας του 20ου αιώνα, αυτής των Αρμενίων, με αποκορύφωμα το 1915, προέβη σε γενοκτονικές ενέργειες έναντι των Ελλήνων του Πόντου, αλλά και αργότερα εφάρμοσε την ίδια προσέγγιση σε πολιτικές εθνοκάθαρσης, κατά τη δεκαετία του 1970 στην Κύπρο. Εξ ορισμού ο ιστορικός χρόνος παρουσιάζει στοιχεία επανάληψης με μια κυκλική, τρόπον τινά, αντιστοιχία. Αυτή η συνθήκη εμφανίζεται και στην περίπτωση της Τουρκίας και στο παρόν, παρατηρώντας και τη σημερινή της ηγεσία να στρέφεται, με κλιμακούμενα επιθετικό ρυθμό, εναντίον των ίδιων εθνικών ή θρησκευτικών ομάδων, όπως και προ εκατονταετίας. Ανάγλυφα παραδείγματα αποτελούν ο εγγενής αναθεωρητισμός της έναντι της Ελλάδας και της Κύπρου, η υποκίνηση του Αζερμπαϊτζάν εναντίον των Αρμενίων, η διαμάχη στο Αρτσάχ, αλλά και εσχάτως ο τρόπος διαχείρισης των προσφυγικών και μεταναστευτικών ρευμάτων μέσω Τουρκίας με κατεύθυνση προς την Ευρώπη και η εργαλειοποίηση του εν λόγω ζητήματος για την αποκόμιση πολιτικών, οικονομικών και γεωστρατηγικών ανταλλαγμάτων».
Αυτόν άλλωστε τον ρόλο της Τουρκίας και του Αζερμπαϊτζάν βλέπουμε και σήμερα, με τον αποκλεισμό, εδώ και ένα μήνα, των 120,000 κατοίκων του Αρτσάχ, συμπεριλαμβανομένων 30,000 παιδιών. Η προκλητική αυτή κίνηση του Αζερμπαϊτζάν έχει προκαλέσει ανεπανόρθωτη ανθρωπιστική κρίση και υπονομεύει την εύθραυστη ειρήνη στην περιοχή.
Τα τελευταία δυο χρόνια άλλωστε οι αρχές του Αζερμπαϊτζάν διενεργούν υφέρπουσα εθνοκάθαρση εναντίον του γηγενούς αρμενικού πληθυσμού του Ναγκόρνο Καραμπάχ, χρησιμοποιώντας διάφορες, ευφάντασες μεθόδους, πότε καλλυμμένα, πότε ξεκάθαρα, συμπεριλαμβανομένων στρατιωτικών προκλήσεων, εκφοβισμού των κατοίκων και ψυχολογικής τρομοκρατίας.
Δεν ξεχνάμε ούτε στιγμή το μαρτύριο των συνανθρώπων μας στο Αρτσάχ, οι οποίοι υπομένουν με περίσσιο θάρρος την αφόρητη κατάσταση.
Μιλώντας άλλωστε για το βιβλίο του Αλέξανδρου Πηγαδά, αντιλαμβανόμαστε ότι η Μικρασιατική καταστροφή και οι συνέπειες της σημάδεψαν τον Ελληνικό και Αρμενικό λαό, τα εθνικά κράτη των Βαλκανίων και του Καυκάσου, και σε αυτές χρωστούν και τη σημερινή τους μορφή.
Για εμάς υπάρχει η μνήμη, όχι όμως ως πόνος, αλλά ως γνώση και ως απαίτηση για τη δικαίωση του λαού μας. Όπως αναφέρεται και στο οπισθόφυλλο του βιβλίου του κ.Πηγαδά, «κανένα δικαίωμα δεν πεθαίνει όσο κάποιος το διεκδικεί». Και η δική μας γενιά, των νέων Αρμενίων, γνωρίζει πολύ καλά πως η διεκδίκηση της αλήθειας και των δικαιωμάτων των Αρμενίων είναι χαραγμένη βαθιά στην εθνική μας συνείδηση.
(Εδώ θα ήθελα να ευχαριστήσω θερμά) Θέλουμε να ευχαριστήσουμε θερμά τους ομιλητές μας, τον υπουργό κ. Γιώργο Κατρούγκαλο και τον δημοσιογράφο κ. Αντώνη Δελλατόλα, που δέχθηκαν με πραγματική χαρά και ενθουσιασμό την πρόσκλησή μας και κάναν την τιμή να είναι σήμερα εδώ μαζί μας, και τον συγγραφέα κ. Αλέξανδρο Πηγαδά, του οποίου τα ερευνητικά ενδιαφέροντα είναι απύθμενα και πολυεπίπεδα.

Գիրքի հեղինակ Ալեքսատրոս Փիղատասի խօսքը

Σας ευχαριστώ όλους που βρίσκεστε σήμερα εδώ. Είναι μεγάλη μου χαρά και τιμή, καθώς πρόκειται για μια πολύ σημαντική μέρα, τόσο για την Αρμενική εθνική επιτροπή Ελλάδος όσο και για μένα. Ο λόγος; Το βιβλίο μας «100 χρόνια από τη Μικρασιατική Καταστροφή – Ιστορική διαδρομή, προσφυγιά και μνήμη». Μετά από έναν σχεδόν χρόνο συνεχούς έρευνας, συγγραφής και προετοιμασίας μπορώ να πω ότι είμαστε περήφανοι, γιατί καταφέραμε να αναδείξουμε ένα από τα μεγαλύτερα γεγονότα του σύγχρονου ελληνισμού που τον σημάδεψαν, τον σημαδεύουν και θα τον σημαδεύουν για τα επόμενα χρόνια. Η καταστροφή και η Γενοκτονία του Ελληνισμού της Ανατολής υπήρξε η μεγαλύτερη απώλεια στην ιστορία του ελληνικού έθνους από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα. Το 1922 είναι ένας κατεξοχήν «τόπος μνήμης» για τους Έλληνες. Πρόκειται για έναν τόπο, ο οποίος συγκροτήθηκε από όλα εκείνα τα στοιχεία που τον κάνουν παραδειγματικό: τραύμα, απώλεια, έξοδος. Το τραύμα ως διάβαση μέσα από τη βία, τον θάνατο και τον φόβο. Το τραύμα ως απώλεια. Χάθηκε ένας ολόκληρος κόσμος, άνθρωποι, τόποι, περιουσίες. Μετάβαση σε μια νέα συνθήκη: το στίγμα της προσφυγιάς, η εχθρότητα των ντόπιων, τα δύσκολα χρόνια για να ορθοποδήσουν οι οικογένειες.
Οι σημερινές γενιές βέβαια δεν έχουν τα βιώματα των ανθρώπων του ξεριζωμού. Ωστόσο το βιωμένο τραύμα έγινε πολιτισμικό τραύμα. Δεν βασίζεται δηλαδή στην εμπειρία, αλλά στη μετάδοσή της, στην πολιτισμική αναπαραγωγή της. Γι’ αυτό και δεν αφορά μόνο τους πρόσφυγες ή τους απόγονους τους. Αφορά την αίσθηση του παρελθόντος που έχει η εθνική συνείδηση, το συλλογικό εμείς.
Η τραυματική μνήμη του Μικρασιατικού Ελληνισμού δεν παρέμεινε ίδια, άλλαξε και πολλές φορές διαφοροποιήθηκε κατά τη διάρκεια του χρόνου. Σε μεγάλο βαθμό ήταν εξαρτημένη από τις εκάστοτε συνθήκες της εποχής της, είτε αυτές ήταν κοινωνικές είτε πολιτικές είτε οικονομικές. Μπορούμε να πούμε ότι μετασχηματίστηκε κι απέκτησε μια άλλη διάσταση, τόσο για τους ίδιους τους πρόσφυγες όσο και για την κοινωνία στην οποία ήταν ενταγμένοι.
Η μετανάστευση και η προσφυγιά ως έννοιες του «Διεθνούς Δικαίου» διαφέρουν. Ωστόσο, αν αντιμετωπιστούν με διαφορετικό κριτήριο είναι συγγενικές, επειδή εμπεριέχουν μέσα τους την καταναγκαστική κατά κύριο λόγο εγκατάλειψη ενός τόπου. Όλα τα μεταναστευτικά ρεύματα του 20ου και του 21ου αιώνα είχαν ως βασική αιτία τα προβλήματα επιβίωσης σε μια σειρά χώρες με μεγάλη ανεργία και εξαιρετικά χαμηλό βιοτικό επίπεδο, γεγονός που ανάγκασε ένα μέρος του λαού τους να απομακρυνθεί και να αναζητήσει αλλού μια καλύτερη ζωή.
100 χρόνια μετά από εκείνη την προσφυγική κρίση, οι προκλήσεις της υποδοχής μεταναστών και προσφύγων ταλανίζουν εκ νέου την ελληνική κοινωνία. Η ιστορία δυστυχώς επαναλαμβάνεται. Τα παρόμοια επιχειρήματα και τα επαναλαμβανόμενα στερεότυπα μας βοηθούν να κατανοήσουμε τη βάση του ρατσισμού, ως φαινομένου βασισμένου στην εκμετάλλευση τόσο των ντόπιων όσο και των προσφύγων και των μεταναστών.
Την ίδια στιγμή, η ενσωμάτωση των προσφύγων του 1922 προκάλεσε ανταγωνισμούς στην ελληνική κοινωνία μέχρι και διώξεις εναντίων τους. Χήρες, ορφανά, ανάπηροι και ψυχικά τραυματισμένοι, παιδιά και γέροι, άνθρωποι συχνά νοσούντες, έγκλειστοι σε ιατρικά και άλλα ιδρύματα, περιπλανώμενοι για την εύρεση συγγενών, εργασίας και ασφάλειας, απομονωμένοι στους περίκλειστους συνοικισμούς τους, χαμηλά αμειβόμενοι ή άνεργοι εργάτες, εξαρτημένοι σε μεγάλο βαθμό από συσσίτια, οι πολλοί φτωχοί πρόσφυγες, άντρες και γυναίκες, ταξινομήθηκαν ως επικίνδυνοι για την οικονομική ευημερία, τα ήθη, τον εθνικό πολιτισμό, τη δημόσια υγεία και τάξη, την κοινωνική ειρήνη. Στιγματίστηκαν και στοχοποιήθηκαν για τις διαφορετικές διαλέκτους, τις διατροφικές συνήθειες, τις μουσικές, τα έθιμα, τις ποικίλες «μολυσματικές» τους τάσεις, την έλλειψη κοινωνικής πειθαρχίας και «αυτοπειθαρχίας», ακόμη για την υπεργεννητικότητά τους, στοχοποιήθηκαν, τελικά και προπάντων για τη φτώχεια τους».
Παρόλο, η αποκατάσταση θεωρείται άθλος και πολλές φορές περιγράφεται διθυραμβικά, το τότε κράτος δεν είχε ή/και δεν υλοποίησε ένα σταθερό πρόγραμμα για την εγκατάσταση των προσφύγων και οι υπηρεσίες του πολλές φορές ήταν πρόχειρες και αποσπασματικές. Ακόμα και η κατασκευή της προσφυγικής κατοικίας, που τέθηκε στο επίκεντρο των φορέων της αποκατάστασης και οδήγησε στην οικοδόμηση χιλιάδων οικιών, αφενός δεν κάλυψε το σύνολο του προσφυγικού πληθυσμού και αφετέρου, ακριβώς επειδή προβλεπόταν ένα μέρος του κόστους να αποπληρωθεί από τους ίδιους τους πρόσφυγες, δεν άργησε να οδηγήσει σε εξώσεις.
Όλα αυτά τα γεγονότα, οδήγησαν την τραυματική μνήμη του Μικρασιατικού Ελληνισμού να μην παραμείνει ίδια, αλλά να αλλάξει και πολλές φορές να διαφοροποιηθεί κατά τη διάρκεια του χρόνου. Με άλλα λόγια, το βίαιο τέλος του πολιτικού προγράμματος της Μεγάλης Ιδέας και η ανάγκη ενσωμάτωσης των προσφυγικών πληθυσμών στα γεωγραφικά όρια του ελληνικού κράτους, αποτέλεσαν τη θεμελιακή βάση για τη συγκρότηση της ιστορικής αυτής εμπειρίας, ως εμπειρία που εξαιτίας των τραυματικών της χαρακτηριστικών έγινε ορόσημο στη συλλογική μνήμη των νεότερων Ελλήνων και όχι μόνο. Αυτό που είχε σημασία ήταν ότι ολόκληρα κοινωνικά σύνολα προσφύγων με τραυματικές εμπειρίες είχαν την προσδοκία τους στραμμένη γύρω από τη διατήρηση της μνήμης του τραυματικού παρελθόντος τους. Μια προσδοκία που σε μεγάλο βαθμό εκπληρώθηκε από τις επόμενες προσφυγικές γενιές. Είναι σαφές ότι ο όρος ο οποίος θα συνεχίζει να περιγράφει τα όσα συνέβησαν το 1922 θα εξακολουθεί να παραμένει ο όρος «Μικρασιατική Καταστροφή» και δεν πρόκειται να αντικατασταθεί από τον όρο γενοκτονία. Η γενοκτονία όμως υπήρξε. Η γνώση των γεγονότων εκείνης της περιόδου δεν θα πρέπει να αποφεύγεται, αλλά και ούτε να ξεχαστεί. Το οφείλουμε στους ανθρώπους που θυσιάστηκαν.
Σας ευχαριστώ πολύ!