Κάθε χρόνο ο χαιρετισμός του εκπροσώπου της Νεολαίας έχει έναν ξεκάθαρο χαρακτήρα:
Να μεταφέρει τον αγωνιστικό παλμό της νέας γενιάς, που αντιστέκεται στην έλξη της λήθης, παρά το γεγονός πως το χρονικό χάσμα που μας χωρίζει από τα τραγικά γεγονότα του 1915, γίνεται όλο και μεγαλύτερο. Ωστόσο, τον περασμένο Σεπτέμβρη, ο ξεριζωμός των Αρμενίων από το Αρτσάχ μετέτρεψε το τραύμα που κληρονομήσαμε από τους γονείς και τους παππούδες μας σε πόνο βιωματικό. Μνήμη και βίωμα έχουν πια γίνει ένα. Διότι μου είναι αβάσταχτη η σκέψη, ότι οι τάφοι των παππούδων μου μπορεί να βεβηλωθούν. Διότι είναι πια πικρή η ανάμνηση της γλύκας του ατόφιου μελιού, που μαζί με άλλους καρπούς της αρτσαχικής γης μας έστελνε κάθε χρόνο η θεία μου, η Ανούς. Το άλλοτε καλοφροντισμένο μποστάνι της έχει πια μαραζώσει,- φέτος δε θα καρποφορήσει. Οι σκηνές που έζησε ο αρμενισμός στο Αρτσάχ, φαντάζουν σαν συνέχεια της ιστορίας της προγιαγιάς μου, της Βαρντουί, που έγινε μάρτυρας της σφαγής της οικογένειάς της από τα τουρκικά τάγματα στο Ερζερούμ. Τα όσα βίωσε, στιγμάτισαν ανεπανόρθωτα τον ψυχισμό της. Σε κάθε ανάμνηση, σε κάθε εξιστόρηση, την στοίχειωναν οι κραυγές του ‘15. Ζούσε τον πόνο της ορφάνιας, τον πόνο της προσφυγιάς, ξανά και ξανά. Σήμερα, δεν είναι απλώς μια ήμερα μνήμης. Είναι μια μέρα που καταδεικνύει, πως η ατιμωρησία των εγκλημάτων του παρελθόντος οδηγεί στην βέβαιη επανάληψή τους. Αλλά είναι και μια μέρα, που υπενθυμίζει τον κυνισμό της διεθνούς κοινότητας. Τότε, ήταν η αναταραχή του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου και η περιορισμένη ροή πληροφοριών, που έπνιξαν τους αρμενικούς και ελληνικούς θρήνους. Ήταν η απουσία διεθνούς ποινικού πλαισίου που επέτρεψε τον Ταλαάτ Πασά, από τους πρωτεργάτες της Γενοκτονίας, να κυκλοφορεί ανενόχλητος στο Βερολίνο πριν αντικρύσει τη νέμεση του αρμενικού λαού. Μεσολάβησαν το Ολοκαύτωμα, οι διατάξεις του ΟΗΕ και μεταξύ άλλων, η γενοκτονία των Τούτσι στη Ρουάντα. Πλέον, και τώρα μιλώ ως πολίτης της Ενωμένης Ευρώπης, δεν μπορούμε να δηλώσουμε άγνοια, για να δικαιολογήσουμε την αδράνειά μας. Για εννιά μήνες το Αζερμπαϊτζάν εγκυμονούσε το τέρας της εθνοκάθαρσης, υποβάλλοντας σε αποκλεισμό τους κατοίκους του Αρτσάχ. Στα καλέσματα των σύγχρονων «ελεύθερων πολιορκημένων», η Ευρώπη έσφιγγε τα ματωμένα χέρια του δικτάτορα Αλίεφ, ώστε να καλύψει την ενεργειακή της επάρκεια. Αποκάλυψε όμως έτσι, την ηθική της κατάπτωση! Μοιραία, λοιπόν, ολοκληρώθηκε το γενοκτονικό πλάνο των Tουρκοαζέρων με τον ξεριζωμό 120 χιλιάδων Αρμενίων από τις πατρογονικές τους εστίες. Η Ευρώπη, και πάλι, προτίμησε να κρυφτεί πίσω από την δειλία της σιωπής. Οι διαπιστώσεις αυτές μας οδηγούν σε μονόδρομο. Σ’ αυτόν της εντατικοποίησης του αγώνα μας για δικαίωση. Σε πείσμα των καιρών, οφείλουμε να παραμείνουμε προσηλωμένοι στην αλήθεια και την ελπίδα ! Χάρις αυτές ο αρμενισμός επιβίωσε στους αιώνες. Αυτές μας επιτάσσουν να μην συμβιβαστούμε με τίποτε λιγότερο, πέραν της οικοδόμησης μιας μακρόπνοης ειρήνης, στις στέρεες βάσεις της αναγνώρισης της γενοκτονίας και της αυτοδιάθεσης του Αρτσάχ. Κυρίες και κύριοι, είναι τιμή να σας έχουμε συναγωνιστές μας, σε έναν αγώνα διαχρονικό και πανανθρώπινο. Είναι ιερό καθήκον ΟΛΩΝ μας να καταστήσουμε σαφές ότι τα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας ΔΕΝ παραγράφονται. Το εφήμερο δίκαιο του ισχυρού θα καταρρεύσει υπό το βάρος της συλλογικής μνήμης και να είστε σίγουροι ότι η δικαιοσύνη θα αποδοθεί ! Ζήτω η Αρμενία, Ζήτω το Αρτσάχ ! Σας ευχαριστώ.